Τι ορίζεται ως κάταγμα «αστραγάλου»;
Ως κάταγμα «αστραγάλου»(κάταγμα ποδοκνημικής) ορίζεται το κάταγμα ενός ή περισσότερων οστών που συναποτελούν την ποδοκνημική άρθρωση. Το κάταγμα ποδοκνημικής είναι ένας από τους πιο συχνούς τραυματισμούς και μια από τις πιο συνηθισμένες αιτίες επίσκεψης στον Ορθοπαιδικό. Πρόκειται για έναν τραυματισμό που μπορεί να συμβεί σε όλους τους ασθενείς ανεξαρτήτως ηλικίας ή αθλητικής δραστηριότητας.
Ανατομικές πληροφορίες για την ποδοκνημική άρθρωση & Ταξινόμηση καταγμάτων
Η ποδοκνημική άρθρωση αποτελείται από την κνήμη, την περόνη και την τροχηλία του αστραγάλου. Η κνήμη (έσω σφυρό) και η περόνη (έξω σφυρό) περικλείουν τον αστράγαλο σχηματίζοντας έτσι την περοκνημική γλήνη.
Εάν το κάταγμα αφορά τα οστά της κνήμης και της περόνης ονομάζεται αμφισφύριο. Από την άλλη, εάν περιλαμβάνει και την οπίσθια επιφάνεια της κνήμης, τότε ονομάζεται τρισφύριο.
Ποια είναι τα αίτια πρόκλησης των καταγμάτων ποδοκνημικής;
Το κάταγμα «αστραγάλου» είναι ένας τραυματισμός που πραγματοποιείται σχετικά εύκολα. Τα κατάγματα ποδοκνημικής είναι συνήθως απόρροια μιας απότομης στροφικής κίνησης της άρθρωσης. Έτσι, ένα στραβοπάτημα μερικές φορές είναι αρκετό για την πρόκληση κατάγματος.
Επίσης, ένα κάταγμα ποδοκνημικής μπορεί να συμβεί κατά τη διάρκεια αθλητικών δραστηριοτήτων ή μετά από πτώση από μεγάλο ύψος. Τέλος, σπανιότερα είναι δυνατόν να προκληθεί και από κάποιο άμεσο χτύπημα στην περιοχή της άρθρωσης.
Κάταγμα ποδοκνημικής & Προδιαθεσικοί παράγοντες
Οι προδιαθεσικοί παράγοντες που αυξάνουν τις πιθανότητες εμφάνισης ενός κατάγματος «αστραγάλου» είναι οι κάτωθι:
- Συμμετοχή σε αθλητικές δραστηριότητες υψηλής έντασης (π.χ. ποδόσφαιρο, μπάσκετ, τένις)
- Χρήση ακατάλληλου αθλητικού εξοπλισμού
- Λανθασμένη τεχνική άθλησης
- Απότομη αύξηση της έντασης άθλησης
- Οστεοπόρωση
- Κάπνισμα
- Αυξημένο σωματικό βάρος
Ποια συμπτώματα συνοδεύουν ένα κάταγμα ποδοκνημικής;
Τα συμπτώματα που εμφανίζονται μετά τον τραυματισμό διαφέρουν και η έντασή τους εξαρτάται από τη σοβαρότητα του τραυματισμού. Ο αριθμός των οστών που έχουν υποστεί κάταγμα και ο τύπος του κατάγματος (παρεκτοπισμένο-απαρεκτόπιστο) σχετίζονται άμεσα με τα συμπτώματα. Σε γενικές γραμμές, ένα κάταγμα «αστραγάλου» παρουσιάζει τα παρακάτω συμπτώματα:
- Έντονος πόνος στην ποδοκνημική άρθρωση
- Ευαισθησία κατά την αφή
- Εκδήλωση οιδήματος γύρω από την άρθρωση
- Εμφάνιση μωλώπων γύρω από την άρθρωση
- Αδυναμία βάδισης
- Αστάθεια
- Παραμόρφωση του ποδιού (σε περιπτώσεις εξαρθρήματος)
Σε περίπτωση που τραυματιστούν αγγεία ή νεύρα, τότε ενδέχεται να εμφανιστεί και μούδιασμα των δακτύλων.
Πώς πραγματοποιείται η διάγνωση;
Το κάταγμα ποδοκνημικής διαγιγνώσκεται και αντιμετωπίζεται από έναν έμπειρο Ορθοπαιδικό Χειρουργό. Αρχικά, είναι απαραίτητη η λήψη του ιστορικού του ασθενούς και η καταγραφή των συμπτωμάτων του. Ακολουθεί η κλινική εξέταση, όμως η τελική διάγνωση προκύπτει μετά από τη διενέργεια απεικονιστικών εξετάσεων όπως απλή ακτινογραφία, αξονική ή μαγνητική τομογραφία. Οι απεικονιστικές εξετάσεις είναι απαραίτητες, καθώς είναι σύνηθες τα κατάγματα «αστραγάλου» να συνοδεύονται και από περαιτέρω συνδεσμικές κακώσεις.
Γιατί πρέπει να αντιμετωπιστεί άμεσα το κάταγμα ποδοκνημικής;
Τα κατάγματα αυτά χρήζουν άμεσης ιατρικής αντιμετώπισης, καθώς εάν αφεθούν χωρίς θεραπεία εμφανίζουν σοβαρές επιπλοκές. Ειδικότερα, η βασική επιπλοκή που μπορεί να εμφανίσει ένα παραμελημένο κάταγμα είναι η μετατραυματική αρθρίτιδα. η εκδήλωση μετατραυματικής αρθρίτιδας είναι αρκετά συχνή, εάν το κάταγμα δε λάβει την απαραίτητη φροντίδα. Σπανιότερα μπορεί να εκδηλωθούν: οστεομυελίτιδα: που είναι μια πιθανή επιπλοκή των ανοικτών καταγμάτων, όπου τα οστά διαπερνούν το δέρμα και ίσως βλάβες στα νεύρα ή στα αιμοφόρα αγγεία ο τραυματισμός των οποίων είναι πιθανός. Η έλλειψη αιμάτωσης της περιοχής ενδέχεται να προκαλέσει οστεονέκρωση του αστραγάλου.
Κάταγμα ποδοκνημικής & Τρόποι αντιμετώπισης
Η κατάλληλη θεραπεία για την αντιμετώπιση ενός κατάγματος αστραγάλου εξαρτάται από τον τύπο του κατάγματος. Τα απαρεκτόπιστα κατάγματα που αφορούν μόνο ένα οστό μπορούν να αντιμετωπιστούν συντηρητικά. Η συντηρητική θεραπεία περιλαμβάνει την τοποθέτηση γύψου ή ειδικής μπότας ακινητοποίησης, ανάπαυση και αποφυγή φόρτισης του πάσχοντος σκέλους.
Τα περεκτοπισμένα κατάγματα αποκαθίστανται αποκλειστικά με χειρουργική επέμβαση με τη μέθοδο της οστεοσύνθεσης. Κατά τη χειρουργική αυτή μέθοδο το σπασμένο οστό αποκαθίσταται με τη χρήση ειδικών βιδών και μεταλλικών πλακών. Η χειρουργική επέμβαση είναι ελάχιστα επεμβατική και ο ασθενής επιστρέφει άμεσα στις καθημερινές του δραστηριότητες.
Εάν εμφανίζετε κάποιο από τα παραπάνω συμπτώματα, ενδέχεται να έχετε υποστεί κάποιο κάταγμα «αστραγάλου». Ο Δρ. Μιχάλης Ιωσηφίδης και οι επιστημονικοί του συνεργάτες βρίσκονται στη διάθεσή σας για να λύσουν άμεσα και με τους πιο σύγχρονους τρόπους οποιοδήποτε ορθοπαιδικό πρόβλημα σας απασχολεί και δυσκολεύει την καθημερινότητά σας. Επικοινωνήστε μαζί μας και κλείστε το ραντεβού σας.
Ποια είναι τα αίτια πρόκλησής του;
Τα κατάγματα «αστραγάλου» (ή αλλιώς κατάγματα ποδοκνημικής) ενδέχεται να προκληθούν από:
- Απλό παραπάτημα («γύρισμα αστραγάλου»
- Πτώση από μεγάλο ύψος
- Άμεση πλήξη της ποδοκνημικής άρθρωσης
Με ποια συμπτώματα εμφανίζεται;
Το κάταγμα στην ποδοκνημική παρουσιάζει συμπτώματα τα οποία εξαρτώνται από τον τύπο και τη σοβαρότητα του κατάγματος. Σε γενικές γραμμές τα συμπτώματα είναι:
- Έντονος πόνος
- Οίδημα
- Μώλωπες
- Ευαισθησία στην αφή
- Αδυναμία βάδισης
- Αστάθεια
- Παραμόρφωση άρθρωσης
- Μούδιασμα δακτύλων (αν τραυματιστούν αγγεία ή νεύρα)
Μπορεί να εμφανίσει επιπλοκές, εάν αφεθεί χωρίς θεραπεία;
Τα κατάγματα «αστραγάλου», εάν αφεθούν χωρίς θεραπεία, παρουσιάζουν επιπλοκές όπως μετατραυματική αρθρίτιδα, και σπανιότερα οστεομυελίτιδα και οστεονέκρωση του αστραγάλου.
Πώς πραγματοποιείται η διάγνωση;
Για τη διάγνωση απαιτείται η λήψη του ιστορικού του ασθενούς, η κλινική εξέτασή του και η διενέργεια απεικονιστικών εξετάσεων, με κύρια την ακτινογραφία αλλά κατά περίπτωση και με αξονική ή μαγνητική τομογραφία.
Πώς αντιμετωπίζεται;
Ένα μη παρεκτοπισμένο κάταγμα ποδοκνημικής μπορεί να αντιμετωπιστεί συντηρητικά με γύψο ή ειδική μπότα, ανάπαυση και αποφυγή φόρτισης του σκέλους. Αντιθέτως, ένα παρεκτοπισμένο κάταγμα αντιμετωπίζεται χειρουργικά με τη μέθοδο της οστεοσύνθεσης.