Τα οστά, εξωτερικά έχουν ένα σκληρό περίβλημα (φλοιός), ενώ εσωτερικά έχουν σπογγώδη μορφή και αποτελούνται από δοκίδες. Ως οστικό οίδημα ορίζεται η οστική βλάβη κατά την οποία «εξέρχεται» υγρό από τα τριχοειδή αγγεία των οστών στο διάμεσο χώρο των δοκίδων τους. Συμβαίνει δηλαδή ότι ακριβώς συμβαίνει και με το οίδημα σε οποιοδήποτε άλλο ιστό. Στους μαλακούς ιστούς όμως, όπως ξέρουμε, το οίδημα σημαίνει διόγκωση («πρήξιμο»), κάτι που φυσικά δε συμβαίνει στα οστά που έχουν στερεή και ανένδοτη δομή. Η καταγραφή του οστικού οιδήματος γίνεται μόνο με την μαγνητική τομογραφία. Όταν εμφανίζεται οστικό οίδημα μετά από μία κάκωση τότε πιθανολογούμε ότι ίσως κάποιες από τις δοκίδες του σπογγώδους οστού έχουν υποστεί ρήξη – μικροκάταγμα. Αν και μπορεί να εμφανιστεί σε οποιοδήποτε από τα οστά του σώματος, εμφανίζεται συχνότερα στα οστά των κάτω άκρων. Ειδικότερα, προσβάλλει συνήθως στα οστά που δέχονται μεγάλα φορτία όπως συμβαίνει στις αρθρώσεις των ισχίων, των γονάτων και των ποδοκνημικών («αστράγαλοι»).
Βασικό αίτιο πρόκλησης του οστικού οιδήματος είναι η υπέρχρηση της περιοχής όπου εντοπίζεται. Οι επαναλαμβανόμενες κινήσεις και η υπερβολική φόρτιση προκαλούν φθορές στα οστά και η καταπόνηση. Επιπροσθέτως, το οστικό οίδημα μπορεί να προκληθεί και από κάποιον άμεσο τραυματισμό του οστού (π.χ. πτώση). Τέλος υπάρχουν και οστικά οιδήματα χωρίς πιθανή αιτιολογία (αυτόματα).
Πιο επιρρεπείς στην εκδήλωση οστικών οιδημάτων από υπέρχρηση είναι αθλητές των οποίων η αθλητική δραστηριότητα περιλαμβάνει αρκετά άλματα και οι δρομείς μεγάλων αποστάσεων. Ως προς το φύλο, το οστικό οίδημα φαίνεται να προσβάλει πιο συχνά τους άνδρες σε σχέση με τις γυναίκες. Ως προς την ηλικία, η πάθηση εμφανίζεται συνήθως σε άτομα από 30 έως 50 ετών, χωρίς να αποκλείονται οι υπόλοιπες ηλικιακές ομάδες.
Η συμπτωματολογία του οστικού οιδήματος περιλαμβάνει:
Η διάγνωση του οστικού οιδήματος δεν είναι εύκολη υπόθεση και συνήθως τίθεται δια του αποκλεισμού, λαμβάνοντας υπόψιν τα ευρήματα των απεικονιστικών εξετάσεων. Λόγω της κοινής του συμπτωματολογίας με άλλες παθήσεις, όπως για παράδειγμα αρθρίτιδα, τενοντίτιδα κ.ά. η διάγνωση είναι δύσκολη.
Η κατάλληλη διαγνωστική εξέταση για τον εντοπισμό του είναι η μαγνητική τομογραφία. Πριν την εμφάνισή της, τα οστικά οιδήματα δεν μπορούσαν να αναγνωριστούν μέσω των συμβατικών ακτινογραφιών, με αποτέλεσμα λανθασμένες διαγνώσεις και αποτυχημένες θεραπείες. Επίσης, μπορεί να απαιτηθεί και η διενέργεια αιματολογικών εξετάσεων για τον αποκλεισμό λοιμώξεων ή αυτοάνοσων νοσημάτων.
Μετά τη διάγνωση, η εφαρμογή θεραπείας είναι απαραίτητη. Το οστικό οίδημα πιθανόν να εξελιχθεί σε κάταγμα κοπώσεως ή επί παρατεταμένης υποαιμάτωσης σε οστική νέκρωση, μια σχεδόν μη αναστρέψιμη κατάσταση. Επίσης, η δυσκαμψία της άρθρωσης ενδεχομένως να οδηγήσει σε μυϊκή ατροφία.
Το οστικό οίδημα αντιμετωπίζεται με συντηρητική θεραπεία, η οποία περιλαμβάνει:
Και τις παρακάτω εφαρμογές που όμως έχουν πλήρως το πόσο και εάν βοηθούν
Επί αποτυχίας της συντηρητικής θεραπείες πιθανόν να βοηθηθεί η αντιμετώπιση του οστικού οιδήματος με την εφαρμογή τρυπανισμών του οστού στο σημείο που πάσχει.
Ο χρόνος αποκατάστασης του οστικού οιδήματος εξαρτάται από τη σοβαρότητα και την έκταση του και δεν μπορεί να καθοριστεί με ακρίβεια. Το σύνηθες χρονικό διάστημα αποκατάστασης κυμαίνεται από τρεις έως έξι μήνες. Μετά εφαρμογή του προγράμματος αποκατάστασης, ο ασθενής μπορεί να επιστρέψει ξανά στις αθλητικές του δραστηριότητες χωρίς κανένα περιορισμό.
Στο Orthobiology Surgery Center ο Δρ. Μιχάλης Ιωσηφίδης και οι επιστημονικοί συνεργάτες του βρίσκονται στη διάθεσή σας για την αντιμετώπιση οποιουδήποτε ορθοπαιδικού προβλήματος σας ταλαιπωρεί, θέτοντας στο επίκεντρο τις ανάγκες σας. Επικοινωνήστε μαζί μας για να κλείσετε το ραντεβού σας και να λάβετε μια εξατομικευμένη διάγνωση από τους έμπειρους ιατρούς του κέντρου μας.